Ένας καθώς πιθαίν ρουτά τνη γναίκα τ:
- Τώρα π’ πιθαίνω θέλου να μάθου. Μ’ έχς απατήσ πουτέ;
- Αντρούλη μ, μόνου 3 φουρές αλλά πάντα για του
καλό σ!
- Για του καλό μ; Δηλαδή;
- Ε, να. Θμάσι τότι που ήθελις να πιάσς δλειά σ’ τράπιζα τσι ε σι ήθιλι η προυϊστάμινους; Ε, δεν σε πήραν τελικά;
- Γνικούλα μ, έκανις αυτό του πράγμα για μένα; Τσι η δεύτιρ;
- Ε,να. Θμάσι τότι π’ δε σ’ δίναν προυαγουγή; Ε, ε τ’ πήρις τιλικά;
- Γνικούλα μ, είμι κατασυγκινημένους! Τσι η τριτ;
- Ε, να. Θμάσαι τότι π’ κατέβινις για δήμαρχος τσι σ’ λείπαν 2000 ψήφ; Εεε, ε βγήκις τιλικά;